Αχερίτου
Ασιερίτου: Το
χωριό αυτό της επαρχίας Αμμοχώστου, είναι ένα από τα λίγα χωριά της Κύπρου, που
διατηρούν δύο ονόματα. Ένα από τους Έλληνες, κι ένα από τους Τούρκους. Οι
Έλληνες λένε το χωριό Ασιερίτου και οι Τούρκοι Κουβερτζινλίκ, που σημαίνει περιστερωνας,
δηλαδή τόπος που τρέφονται πολλά περιστέρια. Το επικρατέστερο βέβαια είναι το
Ασιερίτου, γιατί το Κουβερτζινλίκ είναι σε χρήση στο
κτηματολόγιο και στα κυβερνητικά χαρτιά, που διατήρησαν πολλές ονομασίες της
εποχής των Τούρκων.
Η ονομασία Ασιερίτου
έχει σίγουρα σχέση με την Ασρά-Ασιερά= τόπος λατρείας της
Ασράρτης-Αστάρτης-Αφροδίτης. Όμως και η δεύτερη ονομασία δεν είναι άσχετη με τη
θεά Αφροδίτη, γιατί το περιστέρι ήταν τον παλιό καιρό το ιερό πτηνό της θεάς,
κι ήταν αδύνατο να βρει κανείς τότε τόπο λατρείας της Αφροδίτης, χωρίς να
διασχίζουν τον ουρανό κοπάδια περιστεριών. Ενδέχεται η παράδοση για τη διατροφή
περιστεριών να συνεχίστηκε και στα χριστιανικά χρόνια, αδιάφορο αν εξέλειπε η
λατρεία της θεάς. Έτσι θα δόθηκε αφορμή να ονομαστεί το χωριό Περιστερώνα, όπως
ονομάστηκαν κι άλλα τρία χωριά της Κύπρου κατά τα Βυζαντινά χρόνια και την
εποχή της Τουρκοκρατίας να μεταφραστεί στα Τούρκικα.
Η Ασιερίτου
είναι γνωστό πως υπήρχε στα χρόνια της Φραγκοκρατίας. Φαίνεται όμως πως δεν
ήταν από τους σημαντικούς συνοικισμούς, αν κρίνουμε από την επιδρομή των
Μαμελοίκων το 1425 μ.Χ., που έκαψαν τα γειτονικά της Ασιερίτου χωριά, Τράπεζα,
Σίγουρη και Καλοψίδα. Κι η Ασιερίτου θα καταστράφηκε τότε, μα δεν αναφέρθηκε
από τους χρονογράφους, ίσως γιατί επρόκειτο περί μικρού συνοικισμού, που
αποτελούσε ένα μικρό φέουδο, με ιδιοκτήτη Φράγκο φεουδάρχη και όπου κατοικούσαν
μονάχα λίγοι δουλοπάροικοι, οι οποίοι χρειάζονταν για την καλλιέργεια των
κτημάτων του φεουδάρχη. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας επεκράτησε το Τούρκικο
στοιχείο και το πρώην φέουδο, μετατράπηκε σε τσιφλίκι, με τσιφλικά έναν Τούρκον
αγά, όπως έγινε με όλα τα φράγκικα φέουδα της Κύπρου.
Οι σημερινοί
κάτοικοι της Ασιερίτου, όλοι Έλληνες, προέρχονται από εργάτες που δούλευαν κατά
καιρούς στους αγάδες του τσιφλικιού και από μετανάστες γειτονικών συνοικισμών
που καταστράφηκαν, όπως τότε. Όσο για τον συνοικισμό της Τράπεζας είναι γνωστό
πως οι κάτοικοι που είχαν απομείνει, ξανά κατοίκησαν στο χωριό τους, γιατί το
1563 εποχή των Ενετών, δοκίμασαν να ξανακτίσουν την εκκλησία της Παναγίας της
Τράπεζας, μα φαίνεται πως ο συνοικισμός σιγά σιγά έφθινε και το 1707 διαλύθηκε
οριστικά. Οι εναπομείναντες κάτοικοι του μετανάστευσαν στην Ασιερίτου,
παίρνοντας μαζί τους τις πιο σπουδαίες εικόνες του ναού του χωριού τους. Έτσι
το περίφημο χωριό της Τράπεζας, που ήταν ξακουσμένο σε όλη τη Μεσαορία για τις
72 ταβέρνες που συντηρούσε, σβήστηκε οριστικά από τον κατάλογο των Κυπριακών
χωριών.
Το 1758
φαίνεται πως στην Ασιερίτου άρχισε να υποχωρεί το Τούρκικο στοιχείο. Το
τσιφλίκι των αγάδων πέρασε σε Ελληνικά χέρια. Το αγόρασε ο Έλληνας Ανδρόνικος
Καρύδης από τη Λάρνακα, δραγομάνος της βασίλισσας της Ουγγαρίας.
Ο παλιός ναός
της Ασιερίτου είχε μετατραπεί από τους Τούρκους σε στάβλο των ζώων, και οι
χριστιανοί κάτοικοι δεν είχαν που να εκκλησιαστούν. Ο Καρύδης φρόντισε να
αναπληρώσει την έλλειψη αυτή. Πήρε άδεια από τον Πασά της Λευκωσίας να κτίσει
ένα εκκλησάκι δίπλα από το κτίριο της έπαυλης του και για τις θρησκευτικές
ανάγκες της δικής του οικογένειας και για τις θρησκευτικές ανάγκες των εργατών
του κτήματος. Το εκκλησάκι αυτό, αφιερωμένο στην Αγία Μαρίνα, σώζεται ως σήμερα
και είναι στολισμένο με εκλεκτές εικόνες, τις οποίες ο Καρύδης αγόρασε από
σπίτια στην Αμμόχωστο.
Τον Ανδρόνικο
Καρύδη αντικατέστησε αργότερα η Φράγκικη οικογένεια των Μαντοβάνηδων από τη
Λάρνακα. Οι Μαντοβάνηδες είχαν μετατρέψει την έπαυλή τους αυτή στην Ασιερίτου
σε άσυλο, στο οποίο μπορούσαν να καταφεύγουν οι κατατρεγμένοι από τους
Τούρκους, Κύπριοι. Δεν είχε κανένας το δικαίωμα να μπει στο κτήμα αυτό και να συλλάβει
οποιονδήποτε καταζητούμενο. Έτσι γλίτωσαν τη ζωή τους πολλοί κατατρεγμένοι
Κύπριοι από τους Τούρκους, με τελικό αποτέλεσμα τον αφάνταστο πλουτισμό της
οικογένειας των Μαντουβάνηδων, γιατί ο καθένας που ζητούσε άσυλο στην έπαυλη
τους, πλήρωνε ακριβά την ασυλία του, παραχωρώντας στους ιδιοκτήτες το κοπάδι
του, ή τα κτήματά του, ή τα ζώα του, ή τα χρήματά του, ό,τι είχε και δεν είχε,
για να σώσει τη ζωή του. Οι χωρικοί παραδίδουν πως τελευταία, δεν μπορούν να
ξέρουν χρονολογίες, η έπαυλη μοιράστηκε σε κομμάτια και πουλήθηκε από τους
ιδιοκτήτες κι έτσι πέρασε στα χέρια των εργατών που δούλευαν εκεί και στα χέρια
των άλλων κατοίκων της Ασιερίτου. Ο μεγάλος σεβασμός που έτρεφαν οι κάτοικοι
της Τράπεζας στον Άγιο Γεώργιο, μεταφέρτηκε τώρα στην Ασιερίτου, στην οποία
γίνεται πανήγυρη στις 8 Νοέβρη.
Νικόλας Γεωργίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου