Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016

Τα απομνημονεύματα της Βασούλας

Τα απομνημονεύματα  της Βασούλας Πέτρου γραμμένα από την εγγονή της,  Δωροθέα Νικολάου, μαθήτρια της Στ΄2  του Δημοτικού Σχολείου Επισκοπής.

20 Ιουλίου 1974
Το πρωί η Βασούλα ξύπνησε στις 6, στο χωριό της, τον Άγιο Σέργιο Αμμοχώστου. Άνοιξε το ραδιόφωνο.  Μια δυνατή φωνή καλούσε τους άνδρες να καταταγούν στο στρατό γιατί οι Τούρκοι εισέβαλαν στο νησί. Τρομαγμένη ξύπνησε τον άντρα της και του ανάφερε τα δυσάρεστα μαντάτα. Ο Πέτρος ετοιμάστηκε στα γρήγορα, φίλησε την έγκυο γυναίκα του και τα δύο του κοριτσάκια και έφυγε. Η Βασούλα βγήκε έξω και βρήκε τις γειτόνισσες. Όλες ήταν αναστατωμένες. Ακούγονταν συνέχεια βομβαρδισμοί και ο ουρανός γέμισε αεροπλάνα. Κυριαρχούσε σε όλους ο φόβος και η ανασφάλεια.
14 Aυγούστου 1974
Οι Τούρκοι ξεκίνησαν τη δεύτερη εισβολή και προχώρησαν στην Αμμόχωστο. Ο κόσμος ξεκίνησε να φεύγει τρομαγμένος προς τα νότια της Κύπρου. Η γειτονιά της Βασούλας ξεκίνησε να ερημώνεται. Αυτή όμως δεν είχε αυτοκίνητο, δεν μπορούσε να φύγει με τα κορίτσια της. Εξάλλου, οι γονείς της αρνούνταν να φύγουν και να εγκαταλείψουν τα πρόβατα και τις κατσίκες τους. Το βράδυ δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Προσευχόταν συνέχεια για τη σωτηρία της πατρίδας της και τη δική της.
15 Αυγούστου 1974
Χαράματα ο κύριος Κωστής κτύπησε την πόρτα.
_Βασούλα επέστρεψα για σένα. Έλα μαζί μου κόρη μου. Πάμε να σώσεις τα παιδιά σου. Να γεννήσεις κάπου με ασφάλεια.
Η Βασούλα αποχαιρέτησε τους γονείς της, πήρε τα κοριτσάκια της, πήρε και μερικά ρουχαλάκια και έφυγε. Σύντομα θα ησύχαζαν τα πράγματα και θα γύριζε πίσω. Σε λίγα λεπτά άφηναν τους τον Άγιο Σέργιο. Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω είδαν Τούρκους στρατιώτες να κλείνουν με βαρέλια το χωριό. Το είχαν καταλάβει. Χωρίς να ανταλλάξουν κουβέντα έφτασαν στην Αχερίτου, ένα χωριό νοτιότερα. Εκεί άκουσαν ότι το νοσοκομείο της Αμμοχώστου καταλήφθηκε από τους Τούρκους.
Η Αχερίτου είχε γεμίσει πρόσφυγες, κατατρεγμένους, φοβισμένους. Οι λίγες αίθουσες διδασκαλίας του χωριού έγιναν χώρος φιλοξενίας πολλών από αυτούς. Άγνωστοι άνθρωποι μεταξύ τους αλλά όλοι με τον ίδιο κοινό φόβο της ζωής και του θανάτου. Εκεί βολεύτηκε και η Βασούλα με τα κορίτσια της, τη Μάρθα 4 χρόνων και την Άντρη 11 μηνών. Το μυαλό της όμως όλο λογάριαζε τις ημερομηνίες. Μέχρι το δεκαπενταύγουστο θα είχε γεννήσει της είχε αναφέρει ο γιατρός πριν ένα μήνα.
18 Αυγούστου 1974
Τα γέλια των παιδιών την ξύπνησαν. Ήθελε πολύ να τους χαμογελάσει και αυτή. Στο μυαλό της είχε χίλιες ανησυχίες. «Πώς θα γεννήσει; Πού θα γεννήσει; Ποιος θα τη βοηθήσει στη γέννα;» Σε λίγα λεπτά βρέθηκε να τριγυρνά πάλι στο χωριό και να ψάχνει για γιατρό, για μαία, για …λύσεις.
-Εγώ κόρη μου είμαι μαία. ‘Ακουσε μια φωνή από μια μεσήλικη κυρία που έβγαινε από τον μπακάλη τους χωριού. Έφτασα και εγώ εδώ όπως ακριβώς και εσύ πριν δυο μέρες. Φώναξέ μου μόλις με χρειαστείς.
 Ένα δάκρυ άρχισε να κυλά στα μάτια της Βασούλας.
-Εγώ δεν είμαι πρόσφυγας. Είμαι από την Αχερίτου. Δεν θα σε αφήσω να γεννήσεις κόρη μπροστά στα μάτια τόσων ανθρώπων μέσα σε μια αίθουσα. Θα έρθεις σπίτι μου να σε φιλοξενήσω εγώ. Ακούστηκε και η φωνή της κυρα-Καλλούς.
Πλήμμυρες άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια της Βασούλας. Συγκινημένη ευχαρίστησε τις δύο κυρίες που της έστειλε ο Θεός και επέστρεψε στο σχολείο που τη φιλοξενούσε.
Βράδιασε για τα καλά αλλά ο ύπνος δεν έπαιρνε τη Βασούλα. Κατάλαβε ότι ήρθε η ώρα. Ξύπνησε τη θεία της που κοιμόταν πάρα δίπλα. Σιγά σιγά περπάτησε μέχρι το σπίτι της κυρα-Καλλούς. Της κτύπησε δειλά την πόρτα. Αυτή την υποδέχτηκε με το μεγαλύτερο χαμόγελο που θα μπορούσε κάποιος να ζωγραφίσει στο πρόσωπό του. Έστρωσε  αμέσως το κρεβάτι του γιου της που έχασε πρόσφατα και έβαλε τη Βασούλα να ξαπλώσει. Η μαία έφτασε τρέχοντας. Οι γυναίκες που βρέθηκαν εκεί να βοηθήσουν άναψαν μερικά κεριά για να αποφύγουν τον έντονο φωτισμό της λάμπας που ίσως προκαλούσε τα αεροπλάνα από ψηλά.
19 Αυγούστου 1974
Η κυρα-Καλλού διαλαλούσε στις γειτόνισσες τη χαρά της. Ένα κοριτσάκι γεννήθηκε στο σπίτι της. Κερνούσε σαν να είχε αποκτήσει το πρώτο της εγγόνι. Δεν άργησαν οι δύο από τους γιους της να μπουν στο σπίτι επιστρέφοντας από τα πεδία των μαχών. Η χαρά τους ήταν απερίγραπτη. Ζήτησαν από τη μάνα το νεογέννητο και έτρεξαν στον ιερέα του χωριού.
-Πάτερ τι θα γίνει με αυτό το μωρό; Ακούεται πως οι Τούρκοι προχωρούν και θα φτάσουν και στην Αχερίτου. Να το βαπτίσουμε πάτερ γιατί δεν ξέρουμε την τύχη μας…
25 Νοεμβρίου 1974
Ο Πέτρος, μαζί με το νονό της μικρής του κόρης, ψάχνουν ένα άδειο σπίτι στη Λεμεσό για να τους στεγάσει για… δεν ξέρουν για πόσο.
19 Αυγούστου 2015

Σ’ ένα σπίτι στο συνοικισμό Επισκοπής, η κυρα-Βασούλα κρατά το καπνιστήρι και ευχαριστεί το Θεό που τη βοήθησε σε κάθε δύσκολη στιγμή που έζησε και παρακαλά για επιστροφή, για λύση του κυπριακού προβλήματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου